..

Αναδημοσίευση από το Candianews:
(http://www.candianews.gr/2013/09/17/%CE%B7-%CE%BB%CE%B5%CE%B7%CE%BB%CE%B1%CF%83%CE%AF%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%AC%CE%B4%CE%B1%CF%82-%CE%B1%CF%80%CF%8C-%CF%84%CE%BF%CF%85%CF%82-%CE%B3%CE%B5%CF%81%CE%BC%CE%B1%CE%BD-2/)
(Λόγω τεχνικών δυσκολιών παραθέτουμε την πλήρη ηλεκτρονική διεύθυνση.)

 

Η λεηλασία της Ελλάδας από τους Γερμανούς στην κατοχή!

german

Τα στοιχεία από την έρευνα του "Candianews" στα πρακτικά της δίκης των δοσιλόγων "πρωθυπουργών" και "υπουργών"

Τελικά ποιoς χρωστάει σε ποιον; Απίστευτα ποσά, που φτάνουν μέχρι τα 13,3 εκατομμύρια χρυσές λίρες, άρπαξαν από τα δημόσια ταμεία οι δυνάμεις του Χίτλερ. Ακόμη μεγαλύτερης ίσως αξίας οι αρπαγές προϊόντων και εθνικού πλούτου. Πρωταγωνιστές οι Ναζί στο λαθρεμπόριο και τη μαύρη αγορά.  Πληρώσαμε ακόμη και για το...όνειρο του Χίτλερ, το "Ευρωπαϊκό Φρούριο", αλλά και τα έξοδα για τις επιχειρήσεις των Γερμανών στη Μέση Ανατολή και τη Βόρειο Αφρική!
Έρευνα του Candianews στα πρακτικά της δίκης των δοσιλόγων πρωθυπουργών και υπουργών για τις γερμανικές οφειλές στη χώρα μας, που ουδέποτε πληρώθηκαν.  Κι ενώ οι μετακατοχικές γερμανικές κυβερνήσεις, μέχρι και σήμερα, αρνούνται οφειλές, ο ίδιος ο Χίτλερ είχε πληρώσει δύο δόσεις για το αναγκαστικό δάνειο, αναγνωρίζοντας την οφειλή της χώρας του!

Δείτε εδώ συνοπτικά τη λεηλασία σε αριθμούς, από τα στοιχεία της δίκης των δοσιλόγων
 

Του Αλέκου Α. Ανδρικάκη andrikakisalekos@gmail.com

Η χώρα στην κυριολεξία μπήκε στο γύψο και οι άνθρωποί της σε μια κρεατομηχανή, οδηγούμενοι στην απελπισία ή ακόμη και στο θάνατο, στο όνομα των οφειλών της Ελλάδας, κυρίως προς τη Γερμανία. Ουδέποτε όμως μας προσδιόρισαν αυτές τις οφειλές, ούτε καν τι έχουμε πληρώσει έναντι αυτών τα δύο τελευταία χρόνια της εφαρμογής των βάρβαρων μέτρων της λιτότητας.
Η πραγματικότητα όμως είναι πολύ διαφορετική και περιέργως κρατείται αρκετά θολή όχι μόνο από τη γερμανική, αλλά και την ελληνική πλευρά. Τα στοιχεία που παρουσιάζει σήμερα το Candianews σε σχέση με το κατοχικό δάνειο, το λεγόμενο αναγκαστικό, δείχνουν ότι η Γερμανία έχει τεράστιες οφειλές προς την ελληνική πλευρά, τις οποίες είχε αναγνωρίσει ακόμη και η ναζιστική διακυβέρνησή της! Μόνο από τα ελληνικά ταμεία, δηλαδή την Τράπεζα της Ελλάδος, τον κρατικό προϋπολογισμό και τα ταμεία των δήμων και άλλων οργανισμών που συγκροτούσαν νομικά πρόσωπα, οι κατοχικές δυνάμεις πήραν σε ρευστό χρήμα από 12.798.000 έως 13.328.000 χρυσές λίρες! Το δικαστήριο της δίκης των δοσιλόγων, στην απόφασή του που εκδόθηκε στις 31 Μαΐου 1945, αναγνώρισε εκροές 9.097.000 χρυσών λιρών προς τους κατακτητές στο πλαίσιο του κατοχικού δανείου, ποσό στο οποίο δεν συμπεριλαμβάνεται σειρά άλλων αναλήψεων – κλοπών στην ουσία, τόσο από την Τράπεζα της Ελλάδος και σε βάρος του ελληνικού προϋπολογισμού, όσο και από τα ταμεία των δήμων και άλλων νομικών προσώπων. Τα χρήματα αυτά πάρθηκαν για τις ανάγκες του στρατού κατοχής, στο όνομα της γερμανικής κυβέρνησης. Αλλά, όπως κατατέθηκε και στη δίκη των δοσιλόγων πρωθυπουργών και υπουργών, που εξελίχθηκε από τις 21 Φεβρουαρίου μέχρι τις 31 Μαΐου 1945, τελικά οι Γερμανοί εξυπηρέτησαν από τα προϊόντα και τα χρήματα της Ελλάδας όχι μόνο τις δυνάμεις τους που βρίσκονταν στη χώρα, και οι οποίες υπολογίστηκαν στις 40.000 άνδρες, αλλά συνολικά στρατό 1.500.000 ανθρώπων, στην ευρύτερη περιοχή και στην εκστρατεία στη Βόρειο Αφρική! Φυσικά, στη σημερινή μας έρευνα δεν αναφερόμαστε στις τεράστιες απώλεις σε ανθρώπους, που έφτασαν περίπου το 1,5 εκατομμύριο ψυχές στη διάρκεια της κατοχής, και φυσικά αυτό δεν «πληρώνεται»... Ούτε συμπεριλαμβάνουμε τις καταστροφές οικισμών και περιουσιών. Για τις υλικές καταστροφές αυτής της μορφής, ήδη οι σύμμαχες χώρες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου επιδίκασαν στην Ελλάδα επανορθώσεις ύψους 7,1 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ποσό το οποίο ουδέποτε πλήρωσε η Γερμανία...
Ληστείες πριν καν το δάνειο...

dosilogoi

Στη δίκη των δοσιλόγων
Αναζητήσαμε τα στοιχεία για τη λεηλασία των ταμείων και το κατοχικό δάνειο αλλά και την αρπαγή του ελληνικού πλούτου από τους Ναζί, ερευνώντας τα πρακτικά της δίκης των δοσιλόγων. Τα στοιχεία έχουν την εγκυρότητα της παρουσίασής τους από τους ίδιους τους διαχειριστές των κονδυλίων ή των θεμάτων που αφορούσαν στη δράση των Γερμανών. Πρόκειται για υψηλόβαθμα στελέχη της Τράπεζας της Ελλάδος ή των βασικών υπουργείων, και κυρίως του υπουργείου Οικονομικών. Οι άνθρωποι αυτοί κατέθεταν επί ημέρες συγκλονιστικές λεπτομέρειες για τη διαρπαγή των χρημάτων ή των προϊόντων και των πλουτοπαραγωγικών πηγών του ελληνικού λαού και της χώρας. Όλοι τους είχαν άμεση γνώση τόσο για τα ποσά όσο και τις λεηλασίες των αρχών κατοχής, καθώς είτε οι ίδιοι είχαν τις εντολές να παραδίδουν χρήματα, είτε ήταν αποδέκτες και καταγραφείς των στοιχείων. Μάλιστα οι συγκλονιστικές καταθέσεις τους γίνονταν ενώπιον των κατοχικών πρωθυπουργών και υπουργών, που ουδέποτε διέψευσαν την ακρίβεια των καταθέσεων.
Σημειώνεται ότι όλα τα χρήματα (τεράστια ποσά) που οι κατοχικές δυνάμεις πήραν από τα ελληνικά κρατικά ταμεία, δεν είχαν τη μορφή του δανείου, καθώς, όπως ανέφερε σε παλιότερο άρθρο του, στις 25 Ιανουαρίου 2010 στην "Πατρίδα" ο πολιτειολόγος Τάσος Ηλιαδάκης, η δανειακή συμφωνία υπογράφηκε στις 14 Μαρτίου 1942, με αναδρομική ισχύ από την 1 Ιανουαρίου της ίδιας χρονιάς. Όμως Γερμανοί έπαιρναν χρήματα πολύ νωρίτερα, από τον Αύγουστο του 1941. Το δάνειο είχε υπογραφεί από τους πληρεξούσιους της Γερμανίας και της Ιταλίας στην Ελλάδα, αντίστοιχα Άλτενμπουργκ και Γκίτζι. Η Ελλάδα δεν είχε προσκληθεί και δεν ήταν παρούσα. Στην Ελλάδα την ανακοίνωσε μετά από εννιά μέρες ο Άλτενμπουργκ με την ρηματική διακοίνωση 160/23.3.1942 και ο Γκίτζι με το σημείωμά του Νο4/6406/461/23. 3.1942. Οι Ιταλοί συμμετείχαν στο δάνειο καθώς ήταν επίσης κατοχική δύναμη αλλά η Ιταλία στη συνέχεια επέστρεψε το δικό της μέρος του χρέους, ενώ η Γερμανία το αρνείται…
Στη συνεδρίαση του δικαστηρίου της 17ης Μαρτίου ο υφυπουργός Οικονομικών της πρώτης μετακατοχικής κυβέρνησης, Αθανάσιος Σμπαρούνης, γενικός διευθυντής του ίδιου υπουργείου μέχρι το 1943, άρχισε να ξεδιπλώνει το μέγεθος της λεηλασίας των ταμείων και των προϊόντων. Όπως τόνιζε, οι Γερμανοί έπαιρναν χρήματα από τα ταμεία της Τράπεζας της Ελλάδος και μ’ αυτά αγόραζαν ελληνικά προϊόντα. Η χώρα δηλαδή πλήρωνε τα είδη διαβίωσης του στρατού 1,5 εκατομμυρίου ανδρών των Ες Ες στην Ευρώπη και στη Βόρειο Αφρική.
Παράλληλα, δέσμευαν μεγάλες ποσότητες διαφόρων προϊόντων και ειδών διαβίωσης που πωλούσαν ιδιώτες και τα αποδέσμευαν μόνο αφού οι ιδιοκτήτες τους πλήρωναν για να ξαναπάρουν τα προϊόντα τους!
Έθεσαν σε κυκλοφορία το κατοχικό μάρκο, το οποίο εκτύπωναν σε δύο αυτοκίνητα (!) στην Κηφισιά. Το κατοχικό μάρκο το επέβαλαν ως νόμισμα συναλλαγής, στη θέση της δραχμής την οποία απέσυραν. Όμως είχε ισχύ μόνο εντός της Ελλάδας, με συνέπεια η χώρα να έχει μηδενική νομισματική και οικονομική δυνατότητα για όλο το διάστημα της κατοχής.
Με το που κατέλαβαν τη χώρα οι Γερμανοί απαίτησαν να λάβουν το 50% του εθνικού εισοδήματος για τις ανάγκες τους. Το εισόδημα καθορίστηκε τότε από επιτροπή, στην οποία συμμετείχε και ο ίδιος ο μάρτυρας σε 25 δισεκατομμύρια, προπολεμικές δραχμές. Οι δυνάμεις του Χίτλερ ζήτησαν να έχουν κάθε μήνα 3 δισεκατομμύρια ως έξοδα κατοχής και άλλα 500 εκατομμύρια για διάφορα άλλα έξοδα. Ο ίδιος υποστήριξε στο δικαστήριο ότι, ως αρμόδιος υπάλληλος, τούς υπέδειξε να μειώσουν αυτό το ποσό. Μάλιστα, στην κατάθεσή του τόνισε ότι σύμφωνα με τη συνθήκη της Χάγης, δεν δικαιούνταν πάνω από 300 εκατομμύρια μηνιαίως. Ο Σμπαρούνης σημείωσε ότι οι Ιταλοί τότε δέχτηκαν να μειωθεί το δικό τους μερίδιο από 3 σε 1,5 δισεκατομμύριο αλλά θα μπορούσαν να παίρνουν ως προκαταβολές όσα άλλα ήθελαν! Έτσι, αρχικά τα έξοδα κατοχής έφταναν το μήνα τα 6 δισεκατομμύρια, ενώ αργότερα πολλαπλασιάστηκαν.
Το 1941, είπε, οι Γερμανοί εισέπραξαν τα 2/3 του ετήσιου εθνικού εισοδήματος. Κατά κεφαλή πληρώνονταν με 110 δραχμές ανά Έλληνα, ενώ στη Γαλλία, χώρα πλούσια σε σχέση με την Ελλάδα, 7 γαλλικά φράγκα, που αντιστοιχούσαν σε 70 ελληνικές δραχμές. Υπολόγισε, μάλιστα, ότι τα έξοδα κατοχής, χωρίς τα άλλα, ζημιές κλπ, έφτασαν τα 8 εκατομμύρια χρυσές λίρες.
Ο Σμπαρούνης κατέθεσε και μερικά ακόμη στοιχεία που δείχνουν το μέγεθος της λεηλασίας. Όπως ότι το 1941 δέσμευσαν 100.000 τόνους καπνού, τους οποίους έστειλαν στη Γερμανία, και φυσικά τους εμπορεύτηκαν. Για τις λεηλασίες αυτού του είδους πάντως υπήρξαν ακόμη πιο εντυπωσιακά στοιχεία, τα οποία θα παρουσιάσουμε στη συνέχεια, από άλλες μαρτυρίες.
Είπε ακόμη ότι με την είσοδο των Γερμανών και την κατάληψη της χώρας, η Γερμανία χρωστούσε από το κλήριγκ στην Ελλάδα 150 εκατομμύρια γερμανικά (γνήσια) μάρκα. Το κλήριγκ ήταν η συναλλαγή ανάμεσα στις δύο χώρες (από την εποχή της δικτατορίας του Μεταξά), σύμφωνα με την οποία η Γερμανία έπαιρνε τα ελληνικά προϊόντα και πλήρωνε στη συνέχεια την Ελλάδα με δικά της προϊόντα, συνήθως δεύτερης ποιότητας που δεν μπορούσε να κάνει εξαγωγή σε άλλες χώρες, και μάλιστα σε υψηλές τιμές τις οποίες καθόριζε η ίδια. Φυσικά από τα ελληνικά προϊόντα η Γερμανία έκανε δικές της εξαγωγές, κερδίζοντας ακόμη περισσότερο. Το γερμανικό χρέος απ’ αυτή τη συναλλαγή είχε φτάσει τα 150 εκατομμύρια μάρκα, τα οποία «εξόφλησε» ως κατοχική δύναμη φέρνοντας ποσότητες κάρβουνου τις οποίες κοστολόγησε … 150 εκατομμύρια γνήσια μάρκα. Ακόμη όμως κι αυτό το κάρβουνο χρησιμοποιήθηκε όχι για τις ελληνικές ανάγκες, αλλά για τα τρένα που μετέφεραν τον γερμανικό στρατό. Έτσι το γερμανικό χρέος των 150 εκατομμυρίων μάρκων ουδέποτε εξοφλήθηκε προς την Ελλάδα.

Η Ελλάδα πλήρωσε για το “τείχος της Ευρώπης!”
Ο Σμπαρούνης κατέθεσε επίσης ότι η Ελλάδα πλήρωσε για το «Τείχος της Ευρώπης» την κατασκευή του οποίου είχε ξεκινήσει ο Χίτλερ και μ’ αυτό προσπαθούσε να μπλοκάρει και να περιορίσει τις συμμαχικές δυνάμεις.
Στις 19 Μαρτίου, ο γενικός διευθυντής φορολογίας του υπουργείου Οικονομικών Αρ. Πέππας κατέθεσε ότι οι λεηλασίες των Γερμανών ξεκίνησαν με την κατάληψη της Αθήνας και του Πειραιά. Από τις πρώτες τους ενέργειες ήταν να δεσμεύσουν ό,τι υπήρχε στο τελωνείο του Πειραιά. Τα προς εισαγωγή είδη μοιράστηκαν ανάμεσα στους αξιωματικούς των Ες Ες, οι οποίοι τα εμπορεύτηκαν και έκαναν εξαγωγές στο εξωτερικό! Ανάμεσα στα άλλα, πήραν 7.000 τόνους γαιάνθρακες, χιλιάδες τόνους δέρματα, 8.000 σάκους καφέ, 3.000 τόνους ζάχαρη, 1.000 τόνους χοιρινό λίπος, 1.500 μπάλες από μαλλί. Επίσης από τα εμπορεύματα της ελεύθερης ζώνης πήραν, κατά διαστήματα, είδη αξίας 800.000 χρυσών λιρών και από τις Γενικές Αποθήκες είδη που άξιζαν 148.000 χρυσές λίρες.
Ο Πέππας κατέθεσε ότι τα κέρδη του γερμανικού στρατού ήταν τεράστια σ’ όλη την περίοδο της κατοχής από την εμπορεία καπνών, βασικού προϊόντος της χώρας την εποχή εκείνη, το οποίο στην ουσία κατέσχεσαν, χωρίς να πληρώσουν την αξία του. Μάλιστα ανέφερε ότι λίγες ημέρες μετά την κατάληψη της Αθήνας, ο στρατάρχης φον Λιστ εξέδωσε διαταγή για τη δέσμευση όλων των ποσοτήτων καπνών εσοδείας 1940. Το προϊόν πληρώθηκε σε δραχμές, που ήταν άνευ αξίας, σε εξευτελιστικές τιμές. Ανέφερε, για παράδειγμα, ότι από τη Λάρισα δεσμεύτηκαν όλες οι ποσότητες και το ποσό που καταβλήθηκε δεν αντιστοιχούσε καν στην αξία της... λινάτσας που χρησιμοποιήθηκε για το περιτύλιγμα! Εκτός από τα παραγωγικά καπνά, κατέσχεσαν και τα εμπορικά, όσες δηλαδή ποσότητες ήταν ήδη στην αγορά. Με τον τρόπο αυτό άρπαξαν 120.200.000 κιλά καπνών, αξίας 19 δισ. παλαιών, προπολεμικών δραχμών, στην ουσία χωρίς να πληρώσουν τίποτε. Και φυσικά αποκόμισαν τεράστια κέρδη!

Λαθρέμποροι!
Στη συνεδρίαση της 20ης Μαρτίου 1945, ο διευθυντής του υπουργείου Οικονομικών, Μαγκριώτης έθεσε μια ακόμη πλευρά της οικονομικής λεηλασίας της χώρας: οι Γερμανοί προώθησαν το λαθρεμπόριο και τη μαύρη αγορά και κερδοσκόπησαν απ’ αυτό! Χαρακτηριστικά ανέφερε ότι ο Γερμανός φρούραρχος της Θεσσαλονίκης απαίτησε να σταματήσει η δίωξη του λαθρεμπορίου, ενώ το γερμανικό ναυαρχείο αξίωσε και παράλαβε, τελικά, 1 εκατομμύριο κουτιά σπίρτα του ελληνικού μονοπωλίου, τα οποία διοχέτευσε μέσω κάποιου Γκοτζάρα στη μαύρη αγορά, εξαφανίζοντας το νόμιμο εμπόριό τους.
Ανέφερε επίσης τη λεηλασία των αλυκών μ’ έναν τρόπο που θα χρησιμοποιούσαν κοινοί απατεώνες. Οι Γερμανοί χτυπούσαν συναγερμό, έφευγε ο κόσμος και έσπευδαν με ειδικά αυτοκίνητα τα οποία γέμιζαν αλάτι που στη συνέχεια προωθούσαν τη μαύρη αγορά. Το λεηλατημένο προϊόν αντάλλασσαν με τρόφιμα για το στρατό τους.
Ανάμεσα στ’ άλλα, ο Μαγκριώτης τόνισε ότι άρπαξαν και 2.500 τόνους φωτιστικού πετρελαίου.

Η λεηλασία των ταμείων
Συνολικά ποσά για το αναγκαστικό δάνειο και τη λεηλασία των ελληνικών ταμείων έδωσε ένας άλλος διευθυντής του υπουργείου Οικονομικών, ο Εμμανουήλ Δελαμάγκας. Όπως ανέφερε, με διαταγές του υπουργού Οικονομικών των κατοχικών κυβερνήσεων Σωτηρίου Γκοτζαμάνη, η Τράπεζα της Ελλάδος άρχισε να εκταμιεύει ποσά για τους Γερμανούς, χωρίς να προηγηθεί νομοθετική ρύθμιση, ούτε να υπάρξει νομισματική πρόβλεψη.
Οι Γερμανοί, κατά τα στοιχεία που παρουσίασε ο Δελαμάγκας:
-Πήραν ποσά που έφταναν τα 220 τετράκις εκατομμύρια, που αντιστοιχούσαν σε 7.350.000 χρυσές λίρες.
-Επιβάρυναν τα ταμεία για έργα διευκόλυνσης του στρατού τους με ποσά που έφτασαν τα 2.500.000 χρυσές λίρες.
-Πήραν από τα ταμεία των δήμων και άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ποσά που τότε ακόμη δεν μπορούσαν καν να υπολογιστούν.
-Κερδοσκόπησαν μέσω των γερμανικών εμπορικών εταιρειών «Ντεγκρίγκς» και «Σαντζιγκς» στις οποίες ανέθεσαν όλη την ευθύνη των εξαγωγών και εισαγωγών προϊόντων. Οι εταιρείες αυτές, εκτός από το γεγονός ότι κέρδισαν απροσδιόριστα ποσά μεταπωλώντας τα προϊόντα τόσο στο εξωτερικό (τα ελληνικά) όσο και στο εσωτερικό (τα εισαγόμενα), εισέπρατταν και εισφορές που έφταναν το 300% επί των τιμών!
Στις 21 Μαρτίου 1945 ο διευθυντής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γρηγορίου, που μίλησε για συστηματική οικονομική εξουθένωση του τόπου από την γερμανική κατοχική διοίκηση, παρουσίασε στοιχεία ότι οι Γερμανοί όσο και οι Ιταλοί είχαν δεσμευτεί εγγράφως να παίρνουν τα χρήματα ως έξοδα κατοχής στο όνομα των κυβερνήσεων τους, ώστε στη συνέχεια να επιστραφούν. Αυτό ήταν το περιεχόμενο της συμφωνίας που υπογράφηκε τον Μάρτιο του 1942. Εκείνος προσδιόρισε τα ποσά του δανείου κατά μισό εκατομμύριο περισσότερο απ’ τα στοιχεία του Δελαμάγκα. Είπε, δηλαδή, ότι τα έξοδα κατοχής έφτασαν τα 7.888.000 χρυσές λίρες, απ’ τα οποία τα 3,4 εκατομμύρια ήταν δόσεις του δανείου και τα υπόλοιπα 4,488 προκαταβολές.
Επιπλέον, την ίδια εποχή πήραν απ’ το ελληνικό δημόσιο άλλα 2 εκατομμύρια χρυσές λίρες από τα 6 εκατ. που προορίζονταν για τη λειτουργία των υπηρεσιών κλπ.
Ο μάρτυρας χαρακτήρισε το κλήριγκ ως μια από τις μεγαλύτερες καταστροφές του τόπου. Όπως τόνισε, ενώ οι Γερμανοί έπαιρναν τα καλύτερα ελληνικά προϊόντα και κερδοσκοπούσαν στο εξωτερικό μ’ αυτά, στην Ελλάδα, ως πληρωμή, έστελναν ελάχιστα προϊόντα, άχρηστα γι αυτούς, και σε τιμές πολύ υψηλές, ώστε να καλύπτονται οι οφειλές τους. Διατίμησαν τα ελληνικά προϊόντα, υπερτίμησαν τα γερμανικά κι έτσι η χώρα εμφανίστηκε να χρωστά στο κράτος των Ναζί 26,3 εκατ. γνήσια μάρκα, δηλαδή 13 εκατομμύρια χρυσές λίρες!
Ο γενικός διευθυντής του Χημείου του Κράτους, Μοδινός ανέφερε τη δέσμευση της παραγωγής της σταφίδας σ’ όλη τη διάρκεια της κατοχής, γεγονός που αποτέλεσε τεράστια καταστροφή. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Δέσμευσαν για λογαριασμό τους όλη την παραγωγή μπαμπακιού, σύκων, κουκουλιών, ελαιολάδου, πυρηνέλαιου, αλλά και βιοτεχνικών ή βιομηχανικών προϊόντων, όπως σιδηρικών και άλλων προϊόντων.
Στις 6 Απριλίου ο διευθυντής του υπουργείου Γεωργίας Φιλιππόπουλος κατέθεσε ότι οι Ιταλοί άρπαξαν το λάδι παραγωγής 1941 και το διέθεσαν στη μαύρη αγορά. Το λάδι της Κρήτης εμπορεύτηκαν δύο λαθρέμποροι που ονομάζονταν Τουζόγλου και Γιάθεσης.

Μάζεψαν όλα τα κέρματα!
Στη διάρκεια της δίκης ο επίτροπος του δικαστηρίου παρουσίασε επίσημο έγγραφο σύμφωνα με το οποίο οι Γερμανοί φόρτωσαν 10-11 βαγόνια τρένου με ελληνικά κέρματα, βάρους 28 εκατομμυρίων κιλών, και τα έστειλαν στη Γερμανία. Παραδόθηκαν επίσης 53 εκατομμύρια κιλά νικελένιων κερμάτων και πολλά εκατομμύρια κερμάτων, με άλλες ευκαιρίες! Πιθανώς οι Ναζί χρησιμοποίησαν τα κέρματα ως πρώτη ύλη για την παραγωγή νομίσματος.

Ακόμη κι ο Χίτλερ πλήρωσε δύο δόσεις του δανείου στην Ελλάδα…
Ο Γερμανός, καθηγητής Νεώτερης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Χάγκεν Φλάισερ, που έχει ερευνήσει την υπόθεση του κατοχικού δανείου, έχει παρουσίασει στοιχεία που αποδεικνύον το δίκιο της Ελλάδας στη διεκδίκηση των χρημάτων που λεηλάτησαν οι συμπατριώτες του. Σε κείμενό του που δημοσιεύτηκε στον “Πολεμικό Τύπο” είχε αναφέρει ότι οι Ναζί συμπεριέλαβαν τελικά στο δάνειο από την Ελλάδα κάθε δικό τους έξοδο στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Βόρειας Αφρικής. Ενώ παραθέτει το στοιχείο ότι οι δυνάμεις κατοχής, 6 ημέρες πριν αναχωρήσουν από την Ελλάδα, πλήρωσαν δύο δόσεις από τα δανεικά, στοιχείο αναγνώρισης της υποχρέωσης, από τον ίδιο τον Χίτλερ. Ενώ το 1957 ο Γερμανός πρέσβης στην Αθήνα Άλτενμπουργκ δήλωνε ότι δεν ήταν εντελώς αδικαιολόγητη η ελληνική αξίωση για την επιστροφή των χρημάτων στα ταμεία.
Έγραφε τότε, μεταξύ άλλων, ο Χάγκεν Φλάισερ:
"Σε σχέση με αυτά τα περαιτέρω “αναγκαιούντα ποσά” τα απαιτουντα ως μηνιαία “δανειακή” καταβολή από την Ελλάδα οι γερμανικές ιδίως Αρχές χρησιμοποιούσαν μιαν άκρως ελαστική ερμηνεία του όρου “έξοδα πολέμου”. Σύμφωνα με τη γερμανική εκδοχή, τα έξοδα πολέμου ξεπερνούσαν κατά πολύ τα έξοδα κατοχής που προβλέπονταν και καλύπτονταν από το πολεμικό δίκαιο, αφού συμπεριλάμβαναν “όλα τα έξοδα του πολέμου ππου διεξάγεται μέσα στην κατεχόμενη χώρα ή με αφετηρία αυτήν”. Η διατύπωση αυτή αφορούσε κυρίως εις γερμανικές επιχειρήσεις στην Αν. Μεσόγειο και στη Βόρεια Αφρική. Σημειωτέον ότι τον Ιούνιο του 1942 στο αποκορύφωμα της εκστρατείας του Ρόμελ το Ναυτικό είχε επωμισθεί ιδιαίτερα καθήκοντα συνδετικού κρίκου ανάμεσα στις δύο ηπείρους και επομένως το “μερίδιό” του στα έξοδα που βάραιναν την Ελλάδα εκτινάχθηκε στο 69% του συνολικού ποσού που έλαβαν τα τρία όπλα της Βέρμαχτ!
Ετσι οι πιο αρμόδιοι Γερμανοί ειδήμονες παραδέχθηκαν ότι “δεν έγινε διαχωρισμός ανάμεσα στα ποσά που ήταν αναγκαία για την τήρηση της τάξεως και της ασφάλειας στην Ελλάδα και στα έξοδα που προέκυψαν στην Ελλάδα για τη διεξαγωγή του πολέμου κατά της Αγγλίας στο μεσογειακό χώρο”. Επιπλέον η κατοχική κυβέρνηση των Αθηνών επιβαρύνθηκε με τα έξοδα των στρατευμάτων στη Β’ Ήπειρο η οποία υπαγόταν στη Γερμανική Στρατιωτική Διοίκηση Ελλάδος.
Από τα έξοδα εντός της χώρας 50% τουλάχιστον από τις ελληνικές πληρωμές χρησιμοποιούνταν για οχυρωματικά ή άλλα “κατασκευαστικά έργα”.
Παρ’ ότι οι Γερμανοί δημοσίως διατείνονταν ότι τα έργα αυτά και το κόστος που συνεπαγονταν αφορούσαν πρωτίστως στην “ανοικοδόμηση της Ελλάδας”, η τελική έκθεση του οικονομικού επιτελείου ανασκεύασε τους ισχυρισμούς αυτούς. Οι συντάκτες της, μετά την αποχώρηση της Βέρμαχτ από την Ελλάδα παραδέχθηκαν ενδοϋπηρεσιακώς ότι μόνον το 1.2% των κατασκευαστικών έργων “ωφελούσαν από κοινού Γερμανία και Ελλάδα”.
Για τα αναληφθέν τα ποσά το “Πρωτόκολλο” της Ρώμης είχε καθορίσει:
“Δια των ποσών τούτων θα χρεώνονται υπό της Τραπέζης της Ελλάδος εις νέους ανοιχθησομένους άτοκους λογαριασμούς η Γερμανική και Ιταλική Κυβέρνησις εις δραχμάς αναλόγως των υφ’ εκατέρων των δύο στρατευμάτων κατοχής αναλαμβανομένων ποσών”.
Επομένως για την επιστροφή του “δανείου” οι εταίροι του Άξονα είχαν μεσω υψηλόβαθμων αξιωματούχων των δύο υπουργείων Εξωτερικών δεσμευτεί έστω και με κάποια φραστική επιφύλαξη απέναντι στο ελληνικό Δημόσιο.
Η γερμανική πλευρά μάλιστα αναγνώριζε την υποχρέωση αυτή όχι μόνο με την ενδοϋπηρεσιακά χρησιμοποιούμενη ορολογία αλλά και έμπρακτα όταν ήδη από το 1943 άρχισε (παράλληλα με την είσπραξη νέων δανειοληπτικών ποσών από την Τράπεζα της  Ελλάδος) την αποπληρωμή των παλαιοτέρων χρεώσεων σε μηνιαίες δόσεις. Μάλιστα η τελευταία εξόφληση σε ύψος 300 τρισεκατομμυρίων (πληθωριστικών!) δραχμών καταβλήθηκε στην (κατοχική) κυβέρνηση Ράλλη έξι μέρες πριν από την αποχώρηση της Βέρμαχτ!
Ενα μήνα πριν από την οριστική κατάρρευση του “Τρίτου Ράιχ”, το άλλοτε οικονομικό επιτελείο της Γερμανικής Πρεσβείας στην Αθήνα υπέβαλε μια ογκωδέστατη τελική έκθεση στον πρόεδρο της Ράιχμπανκ, με κοινοποίηση προς το γερμανικό ΥΠ.ΕΞ στην οποία το “δάνειο” χαρακτηριζόταν ως “πολιτικό χρέος”. Για τον προσδιορισμό του ύψους του “γερμανικού χρέους προς την Ελλάδα” (sic) οι συντάκτες κατέβαλαν φιλότιμες προσπάθειες να εκτιμήσουν τα αστρονομικά ποσά με βάση ένα σταθερό νόμισμα τελικά υπολογίσαν ότι το γερμανικό χρέος ανέρχεται στο ποσό των 476 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων.
Για τους παραπάνω λόγους η ελληνική κυβέρνηση σωστά εμμένει πλέον σε μια στρατηγική που υπογραμμίζει την ιδιαιτερότητα του Κατοχικού Δανείου με συνέπεια να μη δημιουργείται κανένα “προηγούμενο” για τους Γερμανούς σε αντιδιαστολή με τις αξιώσεις άλλων πάλαι ποτέ γερμανοκρατούμενων χωρών αποφεύγοντας έτσι κάθε σύνδεση του “δανείου” με το αίτημα των επανορθώσεων (κράτους προς κράτος) που δεν πρόκειται να ικανοποιηθεί από τη Γερμανία κυριολεκτικά “με καμιά κυβέρνηση”. Η στρατηγική αυτή ενισχύεται και από την επανειλημμένη παραδοχή του κατοχικού Γερμανού πρέσβη στην Αθήνα Αλτενμπουργκ π.χ. το 1957 με αφορμή τη σχετική συζήτηση στο ελληνικό κοινοβούλιο ότι η συγκεκριμένη ελληνική αξίωση “δεν είναι εντελώς αδικαιολόγητη” ενώ το ακριβές ύψος θα έπρεπε να καθορισθεί σε διμερείς διαπραγματεύσεις.
Εδώ ακριβώς έγκειται το παράλογο του ζητήματος. Οι επίσημοι εκπρόσωποι του ναζιστικού Ράιχ πριν και μετά το τέλος του Πολέμου έχουν αναγνωρίσει τη συγκεκριμένη υποχρέωση της Γερμανίας έναντι της Ελλάδας. Αντιθέτως η κυβέρνηση της ΟΔΓ δημοκρατικής διαδόχου του Ράιχ αρνείται ακόμη και να συζητήσει το θέμα, μη παραλαμβάνοντας ούτε τα σχετικά έγγραφα επικαλούμενη μάλιστα ρήτρα σε προπολεμική γερμανοελληνική “σύμβαση περί αμοιβαίας δικαστικής αντιλήψεως” επί καθεστώτων Χιτλερ/Μεταξά... Η σύμβαση αυτή επέτρεπε την απόρριψη της επίδοσης εγγράφου στην περίπτωση που ένα συμβαλλόμενο κράτος έκρινε ότι αυτό μπορούσε “να θίξη τα κυριαρχικά δικαιώματα ή την ασφάλειάν του”!